Η ποιότητα των αυτοκινήτων με το τριάκτινο αστέρι ήταν ήδη καθιερωμένη όταν η Mercedes κυκλοφορούσε το 1954 την εξωπραγματική 300 SL Gullwing.
Βέβαια η μορφή και η κατασκευή του, τα 2.996 κ.ε. του κινητήρα με τους 240 ίππους και περισσότερο από όλα η τιμή του, το είχαν προσδιορίσει εξ αρχής σαν ένα αυτοκίνητο για λίγους. Έτσι από το 1955 το εργοστάσιο είχε παρουσιάσει και μια πιο συμβατική έκδοση, που ήταν η 190 SL Roadster. Με περισσότερες από 25.000 πωλήσεις μέχρι το 1963, το μοντέλο αυτό ήταν επόμενο να αποτελέσει την απαρχή μιας ξεχωριστής σειράς με τα διακριτικά “SL” και επόμενο δείγμα την 230 SL. Παρουσιάστηκε στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης εκείνης της χρονιάς και ο προσδιορισμός “SL”, εκτός από τη διατήρηση της παράδοσης, συνοδευόταν και από μια ασαφή επεξήγηση ως Sport Light ή Super Luxus. Αυτό βέβαια είχε μικρή σημασία για τους υποψήφιους αγοραστές , αρκεί να διέθεταν τα απαιτούμενα χρήματα. Γιατί, τότε, η νέα “SL”κόστιζε όσο μια Jaguar E-Type και μια Lotus Elan μαζί.
Οι προδιαγραφές που είχαν δοθεί από το εργοστάσιο προς τους σχεδιαστές και τους μηχανικούς ήταν να παρουσιάσουν ένα ανταγωνιστικό αυτοκίνητο, που θα ήταν όμορφο, σύγχρονο, άνετο, αλλά και θα χρησιμοποιούσε όσο το δυνατόν περισσότερα εξαρτήματα από άλλα υφιστάμενα μοντέλα της Mercedes. Με την πολιτική που είχε η εταιρία να μην γνωστοποιεί τα ονόματα των σχεδιαστών των μοντέλων της, ανεπίσημα θεωρείται ως εμπνευστής ο Paul Bracq, χωρίς όμως να παραβλέπεται η παρέμβαση και ενός ακόμη στυλίστα, του Friedrich Geiger. Το αποτέλεσμα – όπως αποδείχθηκε στα χρόνια που ακολούθησαν – ήταν να προκύψει ένα από τα σημαντικότερα sport/cabrio αυτοκίνητα της δεκαετίας του 1960, που εξ αιτίας και των απαλών γραμμών του κατάφερε να παραμείνει διαχρονικά «νέο». Άλλωστε, όπως ειπώθηκε, ήταν ο τύπος του αυτοκινήτου που θα ήθελε να αγοράσει κανείς για τη γυναίκα ή τη φίλη του, αλλά θα το δανειζόταν κρυφά όταν μπορούσε. Όχι τυχαία, δύο από τις δημοφιλέστερες ηθοποιούς της εποχής, η Audrey Hepburn και η Julie Christie είχαν πρωταγωνιστήσει σε ταινίες οδηγώντας κάποια SL.
Οι μεγάλοι εμπρόσθιοι προβολείς, επηρεασμένοι από την 220S και η μάσκα του ψυγείου με σαφή αναφορά στην 190SL,συμπληρωνόταν με την ιδιαίτερης αισθητικής αφαιρούμενη οροφή, που έδωσε στο αυτοκίνητο και το προσωνύμιο “pagoda”. Υπάρχουν διάφορες ανεπιβεβαίωτες ιστορίες για το πώς προέκυψε το συγκεκριμένο σχήμα της οροφής, με το πιο χαρακτηριστικό σχόλιο να προέρχεται από τον Erich Waxenberger. Ήταν ο άνθρωπος που είχε την εποπτεία της εξέλιξης του αυτοκινήτου και είχε πει αστιευόμενος ότι «έμοιαζε σαν να έπεσε ένα δέντρο πάνω του κατά μήκος της οροφής». Κατά τα άλλα, αρκετά μηχανικά εξαρτήματα ήταν κοινά με άλλων μοντέλων του εργοστασίου. Όπως ο 6-κύλινδρος κινητήρας που είχε προερχόταν από την 220S “fintail”, αλλά πλέον είχε αλουμινένια κυλινδροκεφαλή με τον εκκεντροφόρο επικεφαλής και ελαφρώς αυξημένη χωρητικότητα στα 2.281 κ.ε. Με σχετικά κοντό μεταξόνιο για αυτοκίνητο της Mercedes και αυξημένα μετατρόχια, στόχευε εξ αρχής στην καλή οδική συμπεριφορά, με τα υπόλοιπα στοιχεία να συμπληρώνουν την ολοκληρωμένη εικόνα ενός ευκολόχρηστου, πολυτελούς και αρκετά γρήγορου σπορ αυτοκινήτου. Το τετρατάχυτο αυτόματο κιβώτιο ήταν σωστά σχεδιασμένο και εύχρηστο (το μηχανικό παραδιδόταν κατόπιν παραγγελίας), η άνεση και η αίσθηση της οδήγησης ικανοποιούσαν απόλυτα και το μόνο σχόλιο αφορούσε το μεγάλο τιμόνι,που αποτελούσε διαχρονική παράδοση της Mercedes. Επί πλέον, η νικηφόρα συμμετοχή μιας 230SL στον ιδιαίτερα απαιτητικό αγώνα «Λιέγη-Σόφια-Λιέγη» με πλήρωμα τους Bohringer/Kaiser, έδωσε επί πλέον δημοσιότητα αλλά και πρόσθετη εμπιστοσύνη στις ικανότητες του αυτοκινήτου.
Η 230 SL έμεινε στην παραγωγή μέχρι τον Ιανουάριο του 1967, με την κατασκευή 19.831 μονάδων, ενώ είχε ήδη κυκλοφορήσει από το Νοέμβριο του 1966 η διάδοχη 250 SL. Επρόκειτο για μια βελτιωμένη έκδοση, που φορούσε τον καινούργιο κινητήρα των 2.496 κ.ε. με τα επτά έδρανα στήριξης. Που μπορεί να μην ήταν ισχυρότερος από τον προηγούμενο, είχε όμως καλύτερη καμπύλη ροπής και ήταν λιγότερο θορυβώδης. Επί πλέον, η 250 διέθετε δισκόφρενα και στους τέσσερεις τροχούς (ενώ η 230 είχε μόνον στους εμπρός) χωρίς όμως να μακροημερεύσει, αφού έμεινε στους καταλόγους μέχρι τον Ιανουάριο του 1968, με την παραγωγή 5.196 αυτοκινήτων. Ανάμεσα τους περιλαμβάνονταν και ένας περιορισμένος αριθμός που είχαν κυκλοφορήσει αποκλειστικά στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ, τα οποία με την κατάργηση της πτυσσόμενης τέντας είχαν μετατραπεί σε 2+2 θέσεων.
Η σειρά ολοκληρώθηκε το Νοέμβριο του 1967 όταν παρουσιάστηκε η 280 SL, για πολλούς η καλύτερη έκδοση του μοντέλου, με τον κινητήρα των 2.778 κ.ε. απόδοσης 170 ίππων. Κατάφερε να διατηρήσει το αγοραστικό ενδιαφέρον του αυτοκινήτου μέχρι τον Μάρτιο του 1971 με 23.885 πωλήσεις και να αφήσει παρακαταθήκη για τις «γενιές» των “SL”που ακολούθησαν μέχρι τις μέρες μας.
Kείμενο: Μιχάλης Γκαβέζος
Φωτογραφίες: internet