Retro Stories: CORD 810 / 812

Κοινοποίησε το άρθρο
Ο Erret Lobban Cord είχε ξεκινήσει από νεαρή ηλικία την καριέρα του στο χώρο των αυτοκινήτων, αγοράζοντας και μεταπωλώντας μεταχειρισμένα Ford “T”, αφού προηγουμένως τα είχε βάψει σε φωτεινότερα χρώματα από το τυπικό μαύρο που είχε καθιερώσει το εργοστάσιο. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι δραστηριότητες του περιελάμβαναν τις πωλήσεις των αυτοκινήτων της Moon, μιας ενδιαφέρουσας Αμερικανικής εταιρίας, όπου αναδείχθηκε το ταλέντο του ως πωλητή,  εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα αναγνωρισιμότητα και ένα πολύ καλό εισόδημα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

Max Verstappen: Πρωταθλητής F1 για 4η φορά (video)

Το γκραν πρι του Λας Βέγκας, ο 22ος αγώνας της Φόρμουλα-1 για το 2024, «έβγαλε» πρωταθλητή.       Ο ιδιαίτερα λαμπερός αγώνας στο Λας Βέγκας, εξελίχθηκε σε...

Hellas Jeep Club: Απόδραση στην Αράχωβα

Περισσότερα από 150 JEEP από όλη την Ελλάδα συγκεντρώθηκαν στην Αράχωβα, για την 19η ετήσια συνάντηση του Hellas Jeep Club.     Η ετήσια συνάντηση του Hellas...

«Φορτίζω Παντού»: Παράταση της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων

Μέχρι το τέλος του 2024 έχουν τη δυνατότητα Δήμοι και επιχειρήσεις να υποβάλουν αιτήσει για να ενταχθούν στη δράση «Φορτίζω Παντού».     Το ιδιαίτερα φιλόδοξο πρόγραμμα...

Αυτό το γεγονός είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον μιας άλλης ιστορικής εταιρίας, της Auburn Car Company, τα μοντέλα της οποίας δεν είχαν την προσδοκώμενη εμπορική πορεία. Αναζητώντας λύσεις, ζήτησε τη συνεργασία του Cord, ο οποίος αγόρασε σε τιμές προσφοράς το μεγαλύτερο μέρος των απούλητων αυτοκινήτων της Auburn, με τη συμφωνία τα χρήματα αυτής της συναλλαγής να καταλήξουν στις πιστώτριες τράπεζες της εταιρίας και να μείνει στον ίδιο το κέρδος της μεταπώλησης. Παράλληλα όμως ο Cord πρότεινε στο Διοικητικό Συμβούλιο της Auburn τον σχεδιασμό νέων, πιο σύγχρονων αλλά και πιο οικονομικών μοντέλων που θα έπρεπε να είναι έτοιμα για να παρουσιαστούν στην Έκθεση Αυτοκινήτων της Νέας Υόρκης.

Η απόφαση αυτή, με τη βοήθεια και της οικονομικής ευμάρειας εκείνης της εποχής, βοήθησαν σε σημαντική αύξηση των πωλήσεων (και των κερδών) της εταιρίας, μαζί βέβαια και τον τραπεζικό λογαριασμό του Cord, ο οποίος κατέφερε το 1924 να αποκτήσει τον έλεγχο της Auburn , αλλά και να εξαγοράσει το 1926 μια αυτοκινητοβιομηχανία «σύμβολο» για τις ΗΠΑ, την Duesenberg.

Μετά από όλα αυτά, ο E. L. Cord απεφάσισε να λανσάρει και ένα αυτοκίνητο που θα είχε το δικό του όνομα και θα ξεχώριζε για την προηγμένη τεχνολογία που θα διέθετε. Ήταν το “L-29”, με 8-κύλινδρο, σε σειρά, κινητήρα της Lycoming (της ίδιας εταιρίας που κατασκεύαζε αεροπορικούς κινητήρες και στην οποία ο Cord είχε επίσης μετοχές) χωρητικότητας 5.275 κ.ε., που υπήρξε το πρώτο αμερικανικό αυτοκίνητο μαζικής παραγωγής με εμπρόσθια κίνηση. Όμως η οικονομική κρίση που ακολούθησε ήταν επόμενο να επηρεάσει δραματικά τις πωλήσεις και αναπόφευκτα ο κύκλος του ολοκληρώθηκε το 1932, ύστερα από την κατασκευή 5.600 αυτοκινήτων, που όπως αποδείχθηκε όλα είχαν πουληθεί σε τιμές κάτω  του κόστους .

Έτσι, σε μια προσπάθεια να περισωθεί ότι ήταν δυνατόν, προσελήφθη ένας ταλαντούχος σχεδιαστής αυτοκινήτων, ο Gordon Buehring, προκειμένου στο συντομότερο δυνατό χρόνο και φυσικά με το μικρότερο δυνατό κόστος, να παρέμβει στην αισθητική αναβάθμιση των μοντέλων της Auburn.  Βέβαια η κατάσταση δεν μπόρεσε να αλλάξει ιδιαίτερα,  αλλά σε κάποια στιγμή ο Buehring παρουσίασε μια πρόταση που όχι μόνον ήταν έξω από τα συνηθισμένα,  αλλά όπως αποδείχθηκε είχε προβλέψει  τη μορφή που θα ακολουθούσαν τα αυτοκίνητα μετά από δεκαετίες. Μια αρχική απόφαση να παρουσιαστεί σαν ένα μικρότερων διαστάσεων  νέο μοντέλο της Duesenberg γρήγορα ανακλήθηκε και προκρίθηκε να ονομαστεί Cord, διατηρώντας και αυτό την εμπρόσθια κίνηση.

Αρχικά υπήρξαν αμφιταλαντεύσεις σχετικά με την ολοκλήρωση ή όχι του εγχειρήματος, με  αποτέλεσμα να καθυστερήσει η έναρξη της παραγωγής του. Έτσι, προκειμένου να κερδηθεί η απαραίτητη προβολή αποφασίστηκε να παρουσιαστεί στο ερχόμενο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Νέας Υόρκης, που θα ξεκινούσε την 1η Νοεμβρίου 1935.  Δεδομένου όμως ότι για να επιτραπεί κάποια συμμετοχή θα έπρεπε να έχουν κατασκευαστεί τουλάχιστον 100 ίδια αυτοκίνητα, η εταιρία ήταν υποχρεωμένη να κάνει αγώνα δρόμου για να προλάβει σε σύντομο διάστημα να έχει διαθέσιμο αυτό τον αριθμό. Πρακτικά, ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο θα ήταν να κατασκευαστούν αυτά τα 100 αυτοκίνητα με μια ιδιαίτερα δαπανηρή χειροποίητη μέθοδο.

Αναπόφευκτα λοιπόν, προκειμένου να υπάρξει μια ισορροπία εξόδων στη διαμόρφωση του τελικού κόστους,  θα έπρεπε να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια υπολογισμένης  χρήσης των υλικών αλλά και μεθόδευσης στον τρόπο κατασκευής, χωρίς όμως να γίνει κάτι σε βάρος της ποιότητας. Εξ αρχής η πρόβλεψη ήταν για την κυκλοφορία 2-θέσιων και 4-θέσιων εκδόσεων cabrio και κυρίως 4-θυρων saloon, ενώ ο κινητήρας θα ήταν σε διάταξη V-8 με 4.730 κ.ε., απόδοσης 125 ίππων, με στόχο η ταχύτητα να φτάνει τα 100 μίλια (161χλμ) /ώρα. Βέβαια, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους ήταν οι ενσωματωμένοι στα εμπρός φτερά «κρυφοί» προβολείς, που εμφανιζόταν με την κίνηση μιας χειρολαβής στο ταμπλώ, αλλά και η κατάργηση του συμβατικού ψυγείου νερού, που είχε αντικατασταθεί από οκτώ οριζόντιους σωλήνες που «αγκάλιαζαν» χώρο του κινητήρα έξω από το αμάξωμα.

Τελικά τα αυτοκίνητα που θα είχαν την ονομασία “810” ήταν έτοιμα εγκαίρως, αλλά τόσο αυτά που είχαν παρουσιαστεί στην Έκθεση όπως και τα υπόλοιπα στο εργοστάσιο δεν ήταν ακόμη λειτουργικά. Η αιτία βρισκόταν στην ιδιαίτερα σύνθετη εμπρόσθια μετάδοση της κίνησης, που δεν ήταν πλήρως δοκιμασμένη, αλλά και στα ασυναρμολόγητα (ακόμη) κιβώτια ταχυτήτων. Οι πωλητές στη διάρκεια της Έκθεσης υπόσχονταν στους αγοραστές του μοντέλου παράδοση μέχρι την 25η Δεκεμβρίου και είναι αλήθεια ότι υπήρξαν συνεπείς στην υπόσχεση τους, με τη διαφορά ότι αυτό που τους παρέδωσαν ήταν ένα μοντέλο του αυτοκινήτου υπό κλίμακα 1/32 πάνω σε μαρμάρινη βάση, αφού προέκυψαν και επιπλέον προβλήματα.

Τελικά, τα πρώτα αυτοκίνητα παραδόθηκαν στις αρχές της άνοιξης του 1936, τα οποία όμως έχοντας κατασκευαστεί κάτω από ασφυκτική πίεση χρόνου παρουσίασαν τα αναπόφευκτα «προβλήματα νεότητας», κυρίως με την υπερθέρμανση των κινητήρων τους.  Μοιραία, ο αρχικός ενθουσιασμός για το «διαφορετικό» έδωσε τη θέση του στην αμφιβολία και παρά τις άμεσες λύσεις που έδωσε το εργοστάσιο το κακό είχε συμβεί. Έτσι, την επόμενη χρονιά για λόγους μάρκετινγκ το “810” κυκλοφόρησε ως “812”, σε απλή αλλά και υπερτροφοδοτούμενη έκδοση (με το διακριτικό “S”) που ξεχώριζε από τις επιχρωμιωμένες εξωτερικές εξατμίσεις και τους 170 ίππους.

Το 1936 πουλήθηκαν 1.174 αυτοκίνητα και το 1937 άλλα 1.146, αριθμοί  που υπολείπονταν πολύ από το στόχο της κατασκευής 1.000 αυτοκινήτων το μήνα, οπότε ο Cord απεφάσισε ότι θα έπρεπε να ματαιώσει τα σχέδια για κάποιο διάδοχο μοντέλο και να αποχωρήσει οριστικά από το χώρο της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Έχοντας χαρακτηριστεί σαν το ωραιότερο αμερικάνικο αυτοκίνητο, το “810” εξακολουθεί να θεωρείται έργο τέχνης και είναι χαρακτηριστικό αυτό που είχε αναφέρει ο Gordon Buering σε κάποια συνέντευξη του, ότι η μεγαλύτερη φιλοφρόνηση  που είχε δεχθεί για το δημιούργημα του ήταν ότι “δεν έμοιαζε με αυτοκίνητο αλλά σαν ένα ωραίο αντικείμενο που γεννήθηκε και μεγάλωσε στον αυτοκινητόδρομο”.

Ούτως ή άλλως οι ανοιχτοί δρόμοι ήταν πάντα ο φυσικός χώρος των Cord.

Κείμενο: Μιχάλης Γκαβέζος